
H πλατεία Φλέμιγκ είναι μια μικρή πλατεία στη συμβολή των δημοτικών οδών Αφών Παπαστράτου και Καραπαπά. Στην πλατεία έχει στηθεί με πρωτοβουλία του Ιατρικού Συλλόγου Αγρινίου η προτομή του Αλεξάνδρου Φλέμιγκ.
O
βιολόγος
Αλεξάντερ Φλέμινγκ
γεννήθηκε στις 6 Αυγούστου
του 1881, σ’ ένα μικρό
αγρόκτημα στο Lochfield της
Σκωτίας. Ήταν το τρίτο από
τα επτά παιδιά της
οικογένειας. Στη ζωή των
διάσημων ανδρών, η τύχη
παίζει συχνά περίεργο ρόλο.
Αυτό συνέβη και με το νεαρό
Αλέξανδρο, που 15 ετών άφησε
το πατρικό αγρόκτημα και
πήγε στο Λονδίνο κοντά στον
αδελφό του Tom, που ήταν
φοιτητής της Ιατρικής. Αφού
ολοκλήρωσε τις σπουδές του
στο Πολυτεχνείο του Λονδίνου
το 1897, βρήκε μια δουλειά
γραφείου, όπου παρέμεινε έως
το 1901. Το μέλλον του
Αλέξανδρου Φλέμινγκ θα
έμοιαζε με το μέλλον κάθε
υπαλλήλου του Λογιστηρίου
της American Life:
προαγωγές, επιδόματα
πολυετίας, σύνταξη. Όμως η
κληρονομιά από κάποιο θείο
του και οι στοργικές
υποδείξεις του αδελφού του
τον έκαναν να αφήσει τα
λογιστικά, για να σπουδάσει
κι αυτός Ιατρική στο
Νοσοκομείο Saint Mary.
Βρισκόμαστε στο 1901. Στην
αυγή του νέου αιώνα ο
Αλέξανδρος Φλέμινγκ έχει τη
βεβαιότητα ότι θα γίνει
χειρουργός στο Saint Mary.
Όμως η τύχη τροποποιεί
τα σχέδιά του.
Το 1906, το εργαστήριο
μικροβιολογίας του
Πανεπιστημίου χρειάζεται για
την ομάδα του ένα καλό
σκοπευτή καραμπίνας. Ο
Freeman, προσφιλής
μαθητής του Άλμορθ
Ράιτ (Almorth
Edward Wright), του πιο
σοβαρού μικροβιολόγου του
Λονδίνου, προτείνει στον
Φλέμινγκ να σώσει την τιμή
του Ινστιτούτου παίρνοντας
την καραμπίνα, όπλο που ο
Άλεξ χειριζόταν με μεγάλη
ικανότητα από την εποχή των
κυνηγών στο πατρικό
αγρόκτημα. Ο νεαρός
χειρουργός πετυχαίνει εκατό
στους εκατό στόχους ως
πειστικό προοίμιο, «πρώτη
συμβολή κάποιας αξίας»,
θα πει αργότερα
αστειευόμενος ο Φλέμινγκ, «που
πρόσφερα στο Ινστιτούτο
Μικροβιολογίας. Ως εκείνη τη
στιγμή η μελέτη των
μικροβίων δεν με ενδιέφερε
ιδιαίτερα. Αν στις αρχές δεν
είχα παίξει σ’ εκείνο το
παιχνίδι, δε θα είχα μπει
στο Saint Mary. Αν δεν είχα
σκοπεύσει τόσο καλά με την
καραμπίνα μου, δε θα είχα
γίνει βοηθός του καθηγητή
Ράιτ και, επομένως,
μικροβιολόγος».
Το 1906 λοιπόν, ύστερα από
εκείνο το σκοπευτικό αγώνα,
ο Φλέμινγκ αρχίζει να μελετά
μικροβιολογία. Τα επόμενα
χρόνια εργάστηκε ως βοηθός
στην ερευνητική ομάδα του
Άλμορθ Ράιτ,
δείχνοντας ιδιαίτερο
ενδιαφέρον για τη
βακτηριολογία.
Όταν ξέσπασε ο Α' Παγκόσμιος
Πόλεμος μεταξύ της Μ.
Βρετανίας και της Γερμανίας,
ο Φλέμινγκ κατατάχθηκε στο
ιατρικό σώμα του βασιλικού
στρατού. Μπροστά στα μάτια
του περνούσαν οι φρικτές
εικόνες του πολέμου, ενώ
παραβρίσκεται ανίσχυρος
μπροστά στο θάνατο χιλιάδων
τραυματιών. Εκείνες τις
ημέρες, γράφει σ’ ένα
ημερολόγιό του: «...με
περικυκλώνουν πληγές
μολυσμένες, άνθρωποι που
ουρλιάζουν και πεθαίνουν,
ζωές που δε μπορούμε να
σώσουμε. Μια μόνο ελπίδα
έχω: να ανακαλύψουμε κάτι
που να νικάει αυτές τις
φρικτές μολύνσεις».
Εργάστηκε για την ανάπτυξη
μιας θεραπείας που θα μείωνε
τους θανάτους στρατιωτών από
τις διάφορες μολύνσεις,
υποστηρίζοντας ότι τα
αντισηπτικά δεν ήταν αρκετά
αποτελεσματικά. Ωστόσο, το
εγχείρημά του απορρίφθηκε,
κυρίως λόγω έλλειψης
κονδυλίων.
Μετά το τέλος του Α'
Παγκοσμίου Πολέμου, ο
Φλέμινγκ επιστρέφει στο
Νοσοκομείο Saint Mary. Και
πάλι η τύχη, μια σύμπτωση,
θα έρθει σε βοήθεια του
επιστήμονα. Μια μέρα του
1922, εκεί που
παρακολουθούσε κάποια
καλλιέργεια μικροβίων,
παρατήρησε ένα ενδιαφέρον
φαινόμενο.
Δυστυχώς, όμως, η ουσία που
είχε ανακαλύψει ο Φλέμινγκ,
δρούσε μόνο εναντίον κοινών
μικροβίων και όχι εκείνων
που προκαλούσαν τις
κυριότερες μικροβιακές
νόσους.
Παρά την αδιαφορία του
επιστημονικού του
περιβάλλοντος και μερικά
σαρκαστικά σχόλια, ο
Φλέμινγκ δε χάνει το θάρρος
του και συνεχίζει επίμονα να
ζητάει να βρει την ουσία
εκείνη που καταστρέφει τα
παθογόνα μικρόβια, χωρίς να
προσβάλλει τα κύτταρα του
ασθενούς.
Κάνει πειράματα με διάφορους
τύπους μυκήτων. Η μελέτη του
μύκητα «penicillium
notatum» (ενός μύκητα
με έντονους αντιμικροβιακούς
χαρακτήρες) του φαίνεται,
από το 1917 ήδη, μια
παρήγορη αρχή. Δεν είναι
τοξικός για τα ζώα, και αυτό
αποτελεί πρόοδο απέναντι στα
έως τότε γνωστά αντισηπτικά.
Παρ’ όλα αυτά, η μυστηριώδης
ουσία που εκκρίνει αυτός ο
μύκητας είναι εξαιρετικά
ασταθής και χάνει τη
δραστικότητά του μέσα σε
λίγες ώρες. Ο Φλέμινγκ την
αποκαλεί «πενικιλίνη»
κι επιχειρεί μάταια, μαζί με
τους συνεργάτες του, να την
παράγει στο εργαστήριο.
Σχεδόν σε όλες τις
επιστημονικές ανακαλύψεις,
ένα μέρος της επιτυχίας
οφείλεται στην έρευνα κι ένα
άλλο στην τύχη.
Το 1928 η τύχη παρουσιάζεται
ξανά στον Φλέμινγκ με τη
μορφή της μούχλας: η
θαυματουργική ουσία που
ψάχνει εδώ και 15 χρόνια,
μπαίνει μια μέρα στο γραφείο
του από το ανοικτό παράθυρο.
Ελαφριά και σιωπηλή πάει και
κάθεται σ’ ένα τρυβλίο που
περιείχε μια αποικία
σταφυλόκοκκων. Πρόκειται για
έναν πολύ κοινό μύκητα, που
ποιος ξέρει από ήρθε.
Και στις 15 Σεπτεμβρίου
έκανε τυχαία τη μεγάλη
ανακάλυψη. Λίγο πριν
καταστρέψει ένα δοκιμαστικό
σωλήνα με την καλλιέργεια
κάποιων βακτηριδίων, ο
Φλέμινγκ σκύβει και
παρατηρεί την καλλιέργεια
και προσέχει έκπληκτος ότι
γύρω από αυτόν τον μύκητα οι
σταφυλόκοκκοι έχουν
εξαφανιστεί: αντί να έχουν
τη συνηθισμένη όψη αδιαφανών
και κίτρινων μαζών έμοιαζαν
τώρα με διαυγείς σταγόνες
δροσιάς. Ένα είδος μπλε
μούχλας είχε αναπτυχθεί, που
φαινόταν να είναι σε θέση να
σκοτώνει τους επιβλαβείς
οργανισμούς. Μια σειρά
πειραμάτων απέδειξε αργότερα
τα συμπεράσματά του και
οδήγησε στην ανακάλυψη της
πενικιλίνης.