Θανάση Γιαννακόπουλου*, καθηγητή Α.Π.Θ.:
Τα Δημοτικά
Σχολεία στην Ευρυτανία το 1951-52
Παρακάτω γίνεται προσπάθεια
μιας συνοπτικής
παρουσίασης της Δημοτικής Εκπαίδευσης στην Ευρυτανία κατά
το 1951-52. Φιλοδοξεί να θυμίσει στο σήμερα τους ήρωες –δασκάλους
της εποχής που με
αυτοθυσία
προσπάθησαν να καταλαγιάσουν τα πάθη από τις φλόγες του
εμφύλιου, και με λίγα λόγια να «μονιάσουν» τους κατοίκους στο
χωριό. Το 1950, μήνας Μάιος, έγινε ο επαναπατρισμός των
Ευρυτάνων στα χωριά
τους από τα καμπίσια χωριά κυρίως του Αγρινίου που από το 1948
είχαν εκτοπισθεί λόγω του εμφυλίου πολέμου (ανταρτοπόλεμος).
Μέσα από χαλάσματα
των σπιτιών τους που βρήκαν όταν επέστρεψαν με τα λίγα υπάρχοντά
τους που τα μετέφεραν αγωγιάτες με τα ζώα τους, από τα τότε
κεφαλοχώρια που τα πατούσε η ρόδα (αυτοκίνητο), στα καμένα χωριά
τους, υπήρχε το κουράγιο από τους κατοίκους ,γέρους και νέους,
στο τόπο μας να ξαναφτιάξουν τα καμένα σπίτια ,τις εκκλησίες, τα
σχολεία. Υπήρχε προπάντων το κουράγιο και η ξακουστή
Ρουμελιώτικη λεβεντιά να λειτουργήσουν σχεδόν σε κάθε χωριό ή
κοινότητα τα Δημοτικά Σχολεία. Να τον ζωντανέψουν. Τα δύο
κλειδιά για ανάπτυξη και πρόοδο. Πολλές φορές χρησιμοποιήθηκαν
και οι εκκλησίες ως αίθουσα διδασκαλίας. Τότε, τα περισσότερα
χωριά, σχεδόν όλα επικοινωνούσαν με την πρωτεύουσα του Νομού ,το
Καρπενήσι, με δρόμο ημιονηγό, δηλαδή με τα πόδια και τα ζώα για
τα ψώνια (τρόφιμα). Δρόμοι μέσα σε βράχους
για βάδισμα πολλών ωρών,
μέσα σε βροχές, λάσπες, πέτρες να πέφτουν και χιόνια. Οι πρώτοι δάσκαλοι
που άνοιξαν τα σχολεία
στο Νομό και ήταν πάρα
πολλά σε σύγκριση με το σήμερα 2015, περπάτησαν ώρες πολλές
μέσα σε χιόνια και βροχές και έφθαναν στο χωριό που ήταν
η έδρα του Σχολείου. Εκεί, όποιο σπίτι του χωριού
κρίνονταν από τους
ίδιους κατοίκους κατάλληλο,
δηλαδή διέθετε μια
κάμαρη ορίζονταν για
κατοικία του. Η Ευρυτανική φιλοξενία όπως και των άλλων
κατοίκων των ορεινών περιοχών της Αιτωλίας, ήταν ανέκαθεν
κάτι που δεν
περιγράφεται με λόγια. Εκτός από εκείνη του νοικοκύρη του
σπιτιού υπήρξε
και των άλλων
κατοίκων του χωριού, όλο το χωριό με την αράδα ,τάιζε τον
δάσκαλο, ένας κάθε ημέρα. Και τα παιδιά, μικρά ή μεγάλα, κάθε
πρωί το χειμώνα κουβαλούσαν ένα ξύλο για τη σόμπα του σχολείου.
Παρόλα αυτά, τα χωριά είχαν ζωή. Πρωί και απόγευμα χτυπούσε το
«σήμαντρο» στο σχολείο και καλούσε τους μαθητές στο μάθημα. Τότε
υπήρχε μάθημα πρωί και απόγευμα. Γινόντουσαν
γιορτές παρουσία του
χωριού, εθνικές, στις εξετάσεις τον Ιούνιο ,εκδρομές την άνοιξη
και ανταμώματα μαθητών και
δασκάλων γειτονικών
σχολείων. Υπήρχε παπάς, δάσκαλος και πρόεδρος στο χωριό με γνώμη
που όλοι οι χωριανοί τη σέβονταν. Υπήρχε προσφορά προσωπικής
εργασίας από τους κατοίκους με αλληλεγγύη
μεταξύ τους και
ελπίδα να έρθει ρόδα
και φως στο χωριό. Τότε ερχόταν
αντίθετα με το σήμερα, στο χωριό με κοινωνικά και όχι
οικονομικά κριτήρια. Έλπιζαν οι κάτοικοι κάποτε να ξεφύγουν από
την απομόνωση. Και πράγματι ξέφυγαν, ύστερα από αγώνες
και έγγραφα,
προσφορές των κατοίκων και των συλλόγων. Ήρθαν όμως χρόνια
δύσκολα και οι τρεις ΄δρόμοι που αν και χωματόδρομοι συνέδεαν τα
χωριά και τους μαχαλάδες, τώρα μείνανε ένας ή
κανένας. Υπάρχει
στη θέση της Κοινότητας,
ο Καλλικρατικός Δήμος και η πρωτεύουσά του
που ξεχνάει, κακά τα ψέματα, την περιφέρεια. Γίνονται
στην Πρωτεύουσα και πάλι γίνονται έργα «στο ράβε –ξήλωνε» και
για τα χωριά που Τούρκος
δεν τα πάτησε δεν μένει, σχεδόν τίποτε. Εργα που έγιναν, με το
πέρασμα του χρόνου απαξιώθηκαν και
ερήμωσαν. Τρανό
παράδειγμα τα Δημοτικά Σχολεία, που σε κάθε χωριό υπάρχει και
ένα ,για να διαλαλεί πέρα ως πέρα ότι εδώ κάποτε υπήρχε ζωή και
ανάπτυξη. Υπήρχαν πολιτικοί και κυρίως ο Χρ. Καραπιπέρης που
φρόντισε γιαυτό. Ακόμη,
υπήρχαν πρόβατα στα Βουνά , ζευγολάτες
στα χωράφια και σοδειές
στα αλώνια. Στα κεφαλοχώρια πωλούνταν τοπικά προϊόντα, όπως
καρύδια ,κάστανα ,μήλα, κυδώνια, τυριά, κατίκι κτλ.
Υπήρχαν δρόμοι χωματόδρομοι . Δρόμοι που τελευταία
λιγοστεύουν και οδηγούν τα χωριά σήμερα πίσω στη 10ετία του
1970.Τότε που όταν έφθανε ο δρόμος στο χωριό γινόταν πανηγύρι.
Και τώρα… Υπάρχει για παράδειγμα ο δρόμος Ψιανά-
Καστανούλα
(Σέλιτσα
σήμερα πατρίδα του Γιαννάκη Γιολδάση) που πριν πολλά
χρονιά ιδιώτης ,μακαρίτης τώρα, Γιάννης Βράχας, κατέβαλε αρκετά
χρήματα όπως ο
ίδιος κατέβαλε για το Γηροκομείο ,το Ημιγυμνάσιο
Δομνίστας κτλ
και ακόμη μένει
χωρίς να έχει τελειώσει. Κρίμα,
στις υποσχέσεις για αυτούς που τις έδωσαν και τους
κατοίκους που τους πίστεψαν. Οι πρώτοι δάσκαλοι μαζί με τους παπάδες με τις συμβουλές τους βοήθησαν στην ανάπτυξη των χωριών. Βοήθησαν να «σβήσουν» τα πάθη να σμίξουν οικογένειες. Ήταν «μάστοροι και πρωτοπόροι» της ανάπτυξης. Ο υπογράφων έζησε τον πρώτο δάσκαλο στο χωριό του το 1950/51. Φιλοξενήθηκε μαζί μας στον «οντά». Ακόμη «βλέπω» το σχολικό κήπο στο Δημοτικό Σχολείο του χωριού και ακούω τις συμβουλές του πώς να κρατάμε την πλάκα να μην σβηστούν τα γράμματα ή ακόμη πως τα βράδια με τη λάμπα του πετρελαίου (λυχνάρι) να διαβάζουμε. Σε αυτούς τους πρώτους δάσκαλους αφιερώνεται το παρών σημείωμα «είς θύμηση αιώνια», όπως βρέθηκαν τα ονόματά τους ως στοιχεία στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Η κατάσταση (καλογραμμένη) έγινε την 12/10/51 (65 χρόνια πριν) με την υπογραφή του επιθεωρητή Σακελαρίου και θα αφορούσε κάποια ενίσχυση των μαθητών (π.χ. πρωινό γάλα στο Σχολείο). Σε κάθε χωριό αναφέρεται η ονομασία του σχολείου και το ονοματεπώνυμο του Δ/ντή του Σχολείου. Η κατάσταση αυτή απεστάλη τότε, στην αρμόδια υπηρεσία του Νομού.
![]() |