Τα γεγονότα είναι σεβαστά. Τα σχόλια ελεύθερα.

Image description goes here Image description goes here Image description goes here

Ιστορικά:

Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΑΛΙΑΚΟΥΔΑΣ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ


Γράφει ο Θαν. Γιαννακόπουλος, καθηγητής Α.Π.Θ

H Μάχη της Καλιακούδας

 

Σημείωση: Το κείμενο που καταχωρείται στη συνέχεια αποδίδει ομιλία του συγγραφέα που έγινε το έτος 2012

 

Ευρυτάνες και Ευρυτάνισες,

Αγαπητοί συμπατριώτες,

Κυρίες  και Κύριοι

Για μια ακόμη φορά βρισκόμαστε στο στρατόπεδο των Γιολντασαίων  και του Τζαβέλα, για άλλη μια φορά κατά  τον ποιητή Γ. Αθάνα «πατάμε και γλεντάμε ελεύθεροι στους τάφους των ηρώων της μάχης». Οι προγονοί μας,  δώσανε τη μάχη απέναντι στους Τουρκαλβανούς ,αλλά  και στους ομοθρήσκους χριστιανούς καθολικούς, κυρίως Κροάτες. Μια μάχη που οι τελευταίοι, θέλανε με κάθε τρόπο να πάρουν  την εκδίκηση για το κακό που  τους έγινε  , πριν λίγες μέρες, στη «νυχτομαχία», στο Κεφαλόβρυσο.

Κυρίες και Κύριοι, η ιστορία της Ευρυτανίας σε καμία περίπτωση δεν άρχισε στη 10ετία του 1940. Σε καμία περίπτωση, τα πρόσωπα της εποχής αυτής δεν μπορεί να συγκριθούν με τον  Λιβίνη, τον  Μπουκουβάλα, τον  Κατσαντώνη, τον Λεπενιώτη, τον Καραισκάκη ,τον Βελή και κυρίως με τους σημερινούς τιμώμενους,  στη σεμνή αυτή γιορτή μνήμης, ταιριαστή με τον παραδοσιακό χαρακτήρα μας, Γιολδασαίους, Τζαβελαίους, Κοντογιάνη, Σαδήμα, και τους άλλους ανώνυμους. Εκείνοι, είναι οι ήρωες και οι επαναστάτες  που πολεμούσαν «γυμνοί και ξυπόλυτοι» κατά τον Μακρυγιάννη,για  τη λευτεριά του γένους και του «Χριστού την πίστη την αγία»

Είναι πολλές φορές λυπηρό που οι ήρωες αυτοί παραμερίστηκαν και ξεχάστηκαν. Είναι κρίμα που μια ολόκληρη φάρα, αν και ήταν παραγκωνισμένη  αγωνίσθηκε κοντά στον Κυβερνήτη Καποδίστρια έτσι που η Ευρυτανία από το 1829, να είναι  τα βόρεια σύνορα  του πρώτου Ελληνικού Κράτους.– κόντρα στις δολοπλοκίες Ελλήνων και Μεγάλων δυνάμεων που επιδίωκαν  να είναι η Ελλάδα  μόνο ο Μοριάς ως χώρα ,υποτελής στο Σουλτάνο ηγεμονία. Και η φάρα  αυτή ξεχάστηκε.

Δυό  λοιπόν φορές άδικο που οι Ευρυτάνες συγγραφείς, με πανελλήνια φήμη, μέχρι τώρα δεν ασχολήθηκαν με εκείνους που πόνεσαν και μάτωσαν για  αυτό τον τόπο μας. Είναι, ένα μεγάλο, γιατί;

Αλλά και οι ομιλητές που μίλησαν περασμένα, στη σημερινή επέτειο αναφέρθηκαν κυρίως σε όσα  γράφονται  σε Εγκυκλοπαίδειες  που αποτελούν δευτερογενείς ιστορικές πηγές , όπως φυσικά αυτά τα κείμενα γράφτηκαν, όχι πάντα ιστορικά τεκμηριωμένα.  Για παράδειγμα, αξίζει κάθε τιμή στον πρώτο ομιλητή,  όταν άρχισε να γιορτάζεται αυτή η επέτειος, αλλά στην ομιλία του παρασύρθηκε  και μίλησε για τον «αχρείο Γιολδάση» ,τον «προδότη Σαδήμα» κτλ από μια επιστολή που γράφτηκε από τον Ανδρέα  Λόντο (Μωραΐτη στρατηγό)  που βρισκόταν, όπως έχει πλήρως εξακριβωθεί, την ώρα της μάχης 4-5 ώρες μακριά από τον τόπο αυτό. Τα ίδια αναφέρονταν και στην πρόσκληση -πρόγραμμα της πρώτης αυτής γιορτής, με επιλογή από  κείμενα από τις Εγκυκλοπαίδειες που μιλούσαν για προδότες ή προδοσίες ή ακόμη για συμμετοχή π.χ του Καραϊσκάκη και του σώματος του, όταν σήμερα είναι απόλυτα βέβαιο ότι ο ίδιος ήταν άρρωστος στο Μοναστήρι του Προυσού και είχε μαζί του  λίγα παλληκάρια. Από το σώμα του Καραϊσκάκη, μόνο ο καπετάνιος Τράκας  με λίγους συντρόφους πολέμησε για λίγο τον Μουσταή Πασά της Σκόνδρας όταν άρχισε  να εισβάλει στα Άγραφα. Οι Στουρνάρης, Λιακατάς, Τσιόγκας καπεταναίοι ξακουστοί των Αγράφων, είχαν συνθηκολογήσει (με τα γνωστά στη Ρούμελη καπάκια» με τους Τούρκους και δεν βοήθησαν ούτε τον Μάρκο Μπότσαρη  στο Κεφαλόβρυσο, αλλά ούτε έλαβαν μέρος στη Μάχη της Καλιακούδας.

Όμως υπήρξαν και ομιλητές που προσπάθησαν να δώσουν τα πραγματικά γεγονότα της Μάχης στη σωστή τους διάσταση. Έχω δυσκολία να αναφέρω τα ονόματα  τους γιατί ίσως παραλείψω κάποιους. Η αλήθεια  ωστόσο πνίγηκε σε αυτό που λέμε στον τόπο μας «άμα  βγεί το όνομα».

Και η αλήθεια όπως αυτή    καταγράφτηκε  σε πρωτογενείς πηγές, δηλαδή στα Γενικά Αρχεία του Κράτους ,στα Απομνημονεύματα Αγωνιστών, στις εκθέσεις αγωνιστών αμέσως μετά την μάχη , στην στοματική προφορική παράδοση  αλλά και σε δευτερογενείς πηγές  ,Βιβλία κτλ, θα δοθεί ,λόγω χρόνου, σε συντομία παρακάτω.

Τρείς περίπου μήνες  πριν την μάχη ο Γιαννάκης  Γιολδάσης, ο πρεσβύτερος και αρχηγός της οικογένειας των Γιολδασαίων  γράφει στον Μάρκο Μπότσαρη ,τον αποκαλεί αδελφό ,του  γνωρίζει ότι δεν παραβρέθηκε  στη συνέλευση των καπεταναίων που έγινε στα Κερασοβίτικα  καλύβια με πρωτοβουλία του Επάρχου Μεταξά (δολοπλόκος και φίλος του Μαυροκορδάτου) γιατί δεν προσκλήθηκε και  ότι ήταν άρρωστος. Κατά τον Μακρυγιάννη ο Κολοκοτρώνης κι ο Μεταξάς κι οι άλλοι οι τοιούτοι καθημερινώς εμφυλίους πολέμους θέλουν και φατρίες. Και σημειώνει ,

Γεναιότατο στρατηγό Κύριε Μάρκο Μπόντζιαρη,

Έλαβον και το δεύτερον γράμμα σου,εις το οποίον μου λέγεις,ότι οι καπεταναίοι δεν σε εζύγωσαν παντελώς και όχι να τους γράψης να έλθουν να πολεμήσουν με τους εχθρούς.Μου γράφεις όμως ότι δεν σε εζύγωσα και εγώ.Εγώ λοιπόν από τα αυτόθεν  νετερέσια οπόυ έχετε στο αναμεταξύ σας ,δεν έχω χαμπέρι και δεν ήταν αυτό το εμποδιό μου ,παρά τι είναι ,ας αφήσωμεν την υπόθεση των κραβάρων οπού μας αφήσαν μπερδεμένους ,πλην με ακολούθησεν έν ζαιφλίκι (αρώστεια),ώστε όπου δεν μπορώ έως τώρα να πάρω τα μέτρα μου και αυτό είναι το εμπόδιον μου και όχι άλλο.και αν οι καπεταναίοι και κάθε άλλος δεν θέλει να έλθη εις βοηθειάν μας ποτέ ας μην έλθουν όποιος λοιπόν έλθη δεν έρχεται να διευθετήσει και να δουλεύση εμένα,παρά το δούλευσιν της πατρίδας και φήμην του ονοματός του ,ότι καθώς εκάμαμεν την επανάστασιν είναι τώρα τρία χρόνια και όσοι μας έκαμνον χάζι και δεν μας εβοήθησαν όταν εκινδυνεύσαμεν, το έπαθαν περισσότερον ύστερον από ημάς, και τώρα πάντα ελπίζω με την βοήθειαν του Θεού οπού να μην έβγωμεν εντροπιασμένοι. Μου γράφεις ακόμη ότι να μην γράφωμεν απλώς και ως έτυχε, ότι θα τύχη να γράψωμεν καμμίαν φοράν αλήθειαν και δεν θα βάλετε θεμέλιον εις κανένα. Εγώ, γενναιότατε, δεν είμαι νέος καπιτάνιος, αλλά είμαι γέρων και δεν γράφω απλώς παρά εκείνα οπού μου γράφουν και εκείνα οπού βλέπω και ηξεύρω, εκείνα γράφω και ποτέ κανένας ας μη  βάλη θεμέλιον. Δια βοήθειαν του Καραϊσκάκη έκαμα 400 ειδικούς μου και 100 Λαμπραίους και με το να ήμουν ζαϊφης(=άρωστος), έστειλα τον αδελφόν μου Ζαχαράκην και το παιδί μου και έχουν οκτώ ημέρας οπού παν εις Άγραφα. και έλαβα είδησιν, ότι ανταμώθηκαν με τον Καραϊσκάκη εις του Πετρίλου στην ποταμιάν. οι δε Τούρκοι, όταν έκαμον την ορμήν κατά του Καραϊσκάκη, δεν ηξεύρω έξαφνα των επέτρωσαν. δεν ημπόρεσε πουθεν να τους αντισταθή και εσκλάβωσαν πολύν κόσμον και έκοψαν εις Νεβρόπολιν και τώρα έστησαν το ορδί τους μέσα εις Νεβρόπολιν και καθώς σας επροέγραφον, έτζι έγιναν τα κινήματα των εχθρών. Μια άλλη κολώνα επήγε κατ’ επάνω του Στουρνάρη και τους επολέμησε, μα δεν ηξεύρομεν τι έγινεν. Οι χαλτούπηδες εις  Λάρισαν, δώδεκα χιλιάδες, ήτον έτοιμοι να έλθουν από Ρενδίνα άφευκτα και δεν έκαμον ένα κίνημα με τους Αρβανίτες, παρά μου γράφει ο Καραϊσκάκης εμένα και όλων εδώ τριγύρω, ότι θα κάμουν άλλο κίνημα αυτοί, έτζι μου γράφει και έτζι είναι το χρέος οπού να σας το γράψω. ότι σήμερον – αύριον χωρίς άλλο το έχουν δια εδώ. Το ορδί των Αρβανίτων εις Νεβρόπολιν, μου γράφει ο Καραϊσκάκης, είναι χ(ιλιάδες) πέντε και από Νεβρόπολιν έως Βελούχι ερήμωσεν ο τόπος, εκτός από μερικά χωριά οπου  τουρκολατρίζουν και εκλείσθησαν εις Ρενδίνα μαζί με τους Τούρκους. Αύριον ή μευθαύριον έχομεν αντάμωσιν με όλους τους καπιταναίους της Ανατολικής Ελλάδος εις Οξυιά και ότι από εδώ ακολουθήση, πάλιν σας γράφομεν, πλην να μας γράψετε και από αυτού κάθε τρέχοντα. Έμαθα, κάμνετε μιαν συνέλευσιν διατούτο, αν ίσως έλθουν και οι άλλοι καπιταναίοι, ο Ανδρέας και ο Τζιόγκας, να μου κάμετε είδησιν να έλθω και εγώ, ότι είναι ανάγκη να γράψωμεν εις την Διοίκησιν δια τα πάντα, ότι από όσα ελπίζομεν, δεν βλέπομεν κανένα. Τον κόσμον εδώ δεν ημπορούμεν να τους εβγάλωμεν, εξ αιτίας οπού δεν έχουν ψωμί να οικονομηθούν μιαν ημέρα στο ορδί. Μένω

1823 Μαϊου 26 Καρπενήσι        Ο αδελφός σου Γιαννάκης Γιολτάσης[1]

Ο Γιολδάσης, που ύψωσε μαζί με άλλους καπεταναίους (Γιάννης Μπράσκας,Κατσικογιάννης, κτλ) τη σημαία του πικραμένου ραγιά και ελευθέρωσε το Καρπενήσι πριν τρία χρόνια , 19 Ιουνίου 1821,αποκαλεί αδελφό το Μάρκο Μπότσαρη, και δηλώνει ότι τον κόσμο εδώ δεν «ημπορούμεν να τους εβγάλωμεν (=για πόλεμο), εξ αιτίας οπού δεν έχουν ψωμί να οικονομηθούν μια ημέρα στο ορδί».

Μετά την μάχη  της Καλιακούδας ,τη 3η Σεπτεμβρίου, ο αδελφός του φονευθέντος Μάρκου,και αρχηγός των Σουλιωτών Μποτσαραίων, γράφει ότι δεν μπόρεσε να βοηθήσει τον Γιαννάκη Γιολδάση γιατί βρισκόταν μακρυά από  το Στρατόπεδο του. Ήταν δυνατόν να γράφονται αυτά για ένα Τουρκολάτρη ή αχρείο; Γράφει λοιπόν στον Μαυροκορδάτο μεταξύ άλλων,

Επιστολή του Κώστα Μπότσαρη σε Μαυροκορδάτο

 

Εκλαμπρότατε Κύριε!

Από δύο μεγάλους εχθρους καταπολεμούμενος, από την θανατηφόρον λύπην οπού μου εσυνέβη και από το ακατάστατον και ασυμβίβαστον των πραγμάτων, δεν έλαβον στιγμήν ησυχίαν δια να εκτελέσω το χρέος μου προς την Εκλαμπρότητά της γράφων τα τρέχονται και την κατάστασιν των εδώ, όθεν δια ταύτην την ακούσιον έλλειψιν ελπίζω ότι θέλεω επιτύχει συγγνώμης. Αυθέντα, η Δυτ. Ελλάδα ήδη επαπειλείται δια τον παντελή όλεθρον, ο εχθρός μ’ όλον οπού απήντησεν ανθίστασιν τινά εις ημάς, δεν εδιλίασεν αλλ’ ούτε δειλιάζει, ετοιμάζεται δε και όλως σοβαρώς επαπειλεί να προχωρήσει πάλιν ει ςτο περιχαρακάκωμα του Μεσολογίου. Οι εντόπιοι καταξεσχισμένοι από τας φατρίας οπού δεν σας είναι άγνωστοι και δειλιάζοντες, επειδή βοηθειαν δεν έβλεπον, δεν ηθέλησαν να κινηθούν με προθυμίαν και να προβάλωσι στήθος εις την ορμήν του εχθρού, αλλ’ επρόβλεπον άλλοι εις το στρατόπεδον του Γιολντάση, όπου ευρίσκοντο οι εδικοί μας Ζυγούρης Τζιαβέλλας και Γ. Κίτζιος με τα ιμεντάτιο του Καλτζά και Κοντογιάννη και με τον Σιαφάκα, οίτινες αντέσχον αρκετήν ώραν εις την ορμήν των, αλλά κακή τύχη οι εχθροί, αυρόντες εν μέρος αδύνατον, τους ετζάκισαν και τους επήραν τις πλάτες και ενεπλέχθησαν εις χείρας και έγινε φόνος πολύς από μέρους των εχθρών και κατ’ αναλογίαν και από το εδικών μας μας εφονεύθησαν και οι αδελφοί μας, ο στρατηγός Ζυγούρης Τζιαβέλλας, ο καπ Δήμος Κίτζιου, ο υιός του κ. Μήτζιου Κοντογιάννη και οι Καστανιώτης του Καλτζά και πολλοί στρατιώται και ο πόλεμος διελύθη, αφού απηύδησαν και τα δύο μέρη και οι εχθροί ετραβήχθησαν πάλιν εις το στρατόπεδόν τους εις Καρπενήσι και οι εδικοί μας ετραβήχθησαν εις Πλάτανον δια την αδυναμίαν τους. Την μεταξύ των δύο στρατοπέδων, του εδικού μας και του Γιολντάση, συγκοινωνίαν την έκοψαν και δεν ημπορούσα να δώσω βοήθειαν εις αυτούς, επειδή ήτον το μεταξύ διάστημα εξ ώρας και περισσότοερον. Όθεν, μετά τον χαλασμόν αυτόν ετραβήχθηκα και εγώ εδώ φοβούμενος μη προχωρήση ο Ουμέρ Πασιάς, όστις ευρίσκεται στρατοπεδευμένος εις τας όχθας του Άσπρου. Βλέπετε λοιπόν αυθέντα τον πρόδηλον κίνδυνο της Δ. Ελλάδος. μια ταχεία βοήθεια ημπορεί να εμποδίση τον παντελή όλεθρόν της και προ πάντων ο ερχομός των ελληνικών πλοίων. Αι ελπίδες του κόσμου κρεμονται όλαι εις την Εκλαμπρότητά της, δια τούτο ας προσπαθήση όσον το δυνατον να σταλθή ταχεία βοήθεια. Εκείνο δε οπύ ημπορεί να σώση την Ελλαδα και το οποίον επιθυμεί ο λαός, είναι ο εις τα εδώ ερχομός της, όθεν ας υπερβή κάθε εμπόδιον και να προφθάση εν τάχει.

Εν τοσούτω συσταίνοντας την ευτέλειάν μου εις την εύνοιάν της ειμί με το προσήκον σέβας

Τη 3 Σεπτεμβρίου 1823   Της Εκλαμπρότητός σας ευπειθής δούλος

κόστας μπότζαρις

Ο κύριος Γ. Πράσινος θα σας πληροφορήση τα πάντα εκ στόματος. Εγώ με τον καπιτάν Τζιόγκα είμαθε εν σώμα, ως ήτον ποτέ με τον μαρατίσην, και θέλει είμεθα δια πάντα και κατά πάντα σύμφωνοι.

(Επί του νώτου): Τω εκλαμπροτάτω πρίγκιπι

Κυρίω μοι Αλεξάνδρω Μαυροκορδάτο

Όθεν τύχοι

Πουθενά λοιπόν δεν γράφει για ήτα των Ελλήνων ή προδοσία του Γιολδάση ή του Σαδήμα. Αντίθετα απολογείται γιατί δεν βοήθησε. Και έχει σημασία. Η επιστολή γράφτηκε 3 μέρες μετά την μάχη από καπετάνιο που πριν λίγες ημέρες έχασε τον αδελφό του και ο τάφος του ήταν ακόμη ποτισμένος με δάκρυα στο Μεσολόγγι.

Για τη μάχη της Καλιακούδας υπάρχουν περίπου 12  πρωτογενείς ιστορικές πηγές , πέρα βέβαια από την στοματική αναφορά. Στις αναφορές αυτές πουθενά δεν γίνεται λόγος για αχρείους και προδότες. Όμως δεν τονίζεται  το σημαντικότερο ότι οι Ευρυτάνες δεν νικήθηκαν, αλλά οι Σουλιώτες , ενεργούντες  με εντολή του Τζαβέλα  έκαμαν έξοδο. Και κάθε έξοδος πολεμιστών με γυμνά σπαθιά, ανάμεσα στους εχθρούς είχε και θύματα. Σημειώνεται ότι η έξοδος ήταν δοκιμασμένη πολεμική τεχνική των Σουλιωτών. Και ως έξοδος πρέπει να γιορτάζεται.

Ο  Κίτσος Τζαβέλας  στην έκθεση του για τη μάχη του Κεφαλόβρυσου ,αφού έμμεσα κατηγορεί τον Μάρκο, δεν αναφέρει τίποτε για τη μάχη της Καλιακούδας παρόλα που θύμα ήταν ο Ζυγούρης Τζαβέλας (αδελφός του Κίτσου Τζαβέλα)  που  ήταν  και αρχηγός τους στρατοπέδου. Δεν θα ήταν λογικό να γραφεί κάτι αν υπήρξε προδοσία; Ο Κίτσος Τζαβέλας ήταν 23 ετών και πήρε  μέρος στη Μάχη. Αν υπήρξε προδοσία θα αναφερόταν σε αυτή. Αντίθετα, με έγγραφο του που υπάρχει στα ΓΑΚ ζητάει να καταβληθούν μισθοί για τους 80 του σώματος Τζαβέλα  που πήραν μέρος ,καθώς και αποζημίωση για το θάνατο του Ζυγούρη.To αίτημα του εγκρίθηκε από τον εκλαμπρότατο πρίγκηπα τον Μαυροκορδάτο. Για τους Ευρυτάνες   που πολεμούσαν για τις φαμελιές τους , που ήταν κρυμμένες στα βράχια και στις σπηλιές και όχι στα ασφαλισμένες στα Επτάνησα,  και δεν ήταν μισθοφόροι, δεν περίσσεψε ούτε γρόσι από το «φαγοπότι» των αρχόντων του Μοριά.

Ο Κουτσονίκας ,ηπειρώτης αγωνιστής, στη Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως ,που εκδόθηκε το 1863, τόμος 8, σελ 44, αναφέρει:

Ο Τζαβέλας και οι λοιποί κατέλαβαν την θέσιν Καλιακούδα ,εκεί έφθασαν 300 Πελοπονήσιοι απεσταλμενοι υπό του Ανδρέα Λόντου υπό τον Ροντόπουλον. Προσέτι και ο Ν.Κοντογιάννης  μετά 1.000 Στερεοελλαδικών ,γενόμενοι περί τις δύο χιλιάδας ,οίτινες οχυρωθέντες εις την βραχώδη και απρόσιτον ταύτην θέσιν επερίμεναν τον εχθρόν,όστις την 28ην Αυγούστου έφθασε και χωρίς επετέθη κατ άυτών τετράκις  και απεκρούσθη μετά μεγίστης αυτού ζημίας να δυνηθή να διώξη εκείθεν τους Ελληνας,αλλ οι εχθροί  εξ  άλλου κρημνώδους μέρους ανέβησαν περί τους 400  και κατέλαβαν τα νώτα των Ελλήνων  και τους έτρεψαν εις φυγήν γενόμενοι κύριοι της θεσεώς των.Οι δε Ελληνες ιδόντες ότι όπισθεν κατελήφθησαν τα νώτα ώρμησαν κατ αυτών ,τους διέσχισαν και απέρασαν ,αλλ εφονεύθησαν εξ αυτών περί τοις 150 ,εν οις και ο Ζυγούρης Τζαβέλας και Κοντογιάννης ,οι δε λοιποί διεσκορπίστηκαν.

Ο Επ.Φραγκίστας στην Ιστορία της Επαναστάσεως και Αναγεννήσεως της Ελλάδος ,τόμος Α σελ 190 τομ Α, το 1865 γράφει:

Οι πολέμιοι, συνελθόντες μετά, την ήτταν τούτην εις Καρπενήσιον και εκδικήσιν επιζητούντες, εξεστράτευσον και αύθις κατά του Μεσολογγίου. Οι δε Έλληνες υπό τον Γιολδάσην, Κοντογιάννην και Σαδήμαν επειράθησαν να υπερασπίσωσι τα στενά του Προυσού μεταξύ Καλιακούδας και Χελιδόνας. Αλλά μετά μικράν αψιμαχίαν υπεχώρησαν, αφέντες εις τον εχθρόν την διάβασιν ελευθέραν. Και ούτως ο τουρκικός στρατός συνενωμένος, ηγουμένου του Πασσά της Σκόδρας και του Ομέρ Βρυώνη εκ 15000 ανδρών, χωρίς ν’ απαντήσει αντίστασιν τινά, επορεύετο εις Μεσολόγγιον. Σχόλιο.Ο Φραγκίστας ήταν γιός του καπετάνιου και οπλαρχηγού του 21  από τη Φραγκίστα Γιάννη Φραγκίστα.

Ο Σπηλιάδης στην Επανάσταση, σελ 545,  το 1851,τομ Α γράφει:

Οι Έλληνες ωχυρώθησαν μετά ταύτα εις Καλιακούδαν, όπου και προσεβλήθησαν την 27 του αυτού υπό των Τούρκων και τους αντέκρουον. Αλλά κακή μοίρα ο Σαδήμας αφήνει αφύλακτος θέσιν τινά, από την οποία εφαίνετον σχεδόν αδύνατον να εισχωρήσει ο εχθρός, και αυτόθεν παρ, ελπίδα εισδύσαντες Τούρκοι , επήραν τα νώτα των Ελλήνων και τους εβίασαν  να αποχωρήσωσιν απομαχόμενοι. Τότε δη εφονεύθησαν ο Ζυγούρης Ντσιαβέλλας, ο Γεώργιος του Μήτσιου Κοντογιάννη, ο αδερφός του Γεώργιου Κίτσιου και άλλοι, ότε κατεδιώκοντο από τον εχθρό φεύγοντες.

Ο Γουσταου Φρεδερίκοος Χέρτσβεγ ,κατά μεταφραση Π.Καρολίδου το 1916 ,στη σελ 110,  γράφει:

Ότε λοιπόν ο Μουσταφάβεϋς ηνώθη μετά του ανεψιού αυτού και ήθελε να προχωρήσει προς νότον, συνεκρούσθη προς τους Έλληνας, οίτινες κατά τον χρόνον τούτον αυξηθέντες δια διαφόρων επικουριών, προ πάντων Ρουμελιώτικων, μέχρι 2000 υπερήσπιζον υπό τον Κίτσον Τσαβέλλαν την παρά τον ποταμόν του Καρπενησίου οχυράν θέσιν ήτοι των μεταξύ των ορεινών ακρωρειών Καλιακούδας και Χελιδονίων κοιλάδα Προυσού. Αλλά τους Έλληνας δεν διείπε πλέον το πνεύμα του Μάρκου Βότσαρη. Η ισχυρά αυτών θέσις προσεβλήθη τη 28/9 Σεπτεμβρίου μετά μανιώδους λύσσης υπό Γκεκών και Μιρδιτών. Τέσσερας των πολεμίων επίθεσις απέκρουσαν τα παλληκάρια. Αλλ’ ότε 400 τολμηροί Αλβανοί, οίτινες έχουν περικυκλώσει τους Έλληνας, εφάνησαν κατά τα νώτα αυτών, απώλεσαν ούτοι το θάρρος και μετά μεγάλων απωλειών υπεχώρησαν μαχόμενοι προς νότον και δεν αντέστησαν πλέον έκτοτε εις τους πολεμίους εν ανοικτώ πεδίω μάχης.

Ο Οικονόμου στα Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας  ή Ο Ιερός των Ελλήνων Αγών  που εκδόθηκαν στην Αθήνα το 1873,στον Α.Τόμο ,σελ415,αναφέρει:

Μετά ταύτα οι Ελληνες ωχυρώθησαν εις Καλιακούδαν, όπου την 27 Αυγούστου, επιτίθεντες κατ’ αυτών οι Τούρκοι αντεκρούεντο μεν, αλλ’ αίφνης καταλαβόντες και τα νώτα των Ελλήνων διά τινός κρημνώδους προς το νότιον ανηφόρου αφυλάκτου εξ αμελείας του Σαδήμα, και τρέψαντες εις φυγήν κατεδίωξαν αυτούς, εν δε τω φεύγειν εφονεύθησαν ό,τε Ζυγούρης Ντσαβέλας ο Γ. Κοντογιάννης και άλλοι, μεθ’ ο οι Τούρκοι προχωρήσαντες εις το Αιτωλικον επολιόρκησαν αυτό, πολιορκημένου όντος και του Μεσολογγίου διά θαλάσσης, των αναγκαίων στερουμένου και βοηθείας ζητούντος. Σχόλιο, αναφέρει αμέλεια και όχι προδοσία.

Ο Γερβίνος στην «Επανάσταση και Αναγένηση της Ελλάδος», τόμος Πρώτος, σελ 517 , το 1865, γράφει:

Ο αδελφός αυτού Κώστας ανέλαβε την διοίκησιν του σώματός του, το οποίον υπεχώρησεν εις Βλωχόν, οι δε λοιποί Σουλιώται, υπό τον Τσαβέλλαν κατέλαβον θέσιν κατά την Καλιακούδαν, ένθα, απεφασισμένοι να υπερασθώσι την επαρχίαν του Καρπενησίου, ηυξήνθησαν μετ’ ολίγον εις δισχιλίους άνδρας. Ο πασάς της Σκόδρας δεν ετόλμα να προχωρήση μέχρι της παραλίας, πριν διαλυθή το στρατόπεδον τούτο του Τσαβέλλα, το οπίον κατείχε θέσιν, της οποίας το απότομον και φύσει οχυρόν νότιον μέρος, απόρθητον όν, μόλις επροφυλάττετο υπό εκατόν ανδρών. Τέσσαρες έφοδοι των Τούρκων προς το βόρειον μέρος (28/09 Σεπτεμβρίου) απεκρούσθησαν αλληλοδιαδόχως. Εν μέσω όμως της μάχης κατώρθωσαν τετρακόσιοι ριψοκίνδυνοι Τούρκοι να εισβάλωσιν εκ του μεσημβρινού μέρους και να καταλάβωσιν τους Έλληνας εκ των Νότων. Εν μέσω δύο πυρών ευρεθέντες διέσχισαν οι Έλληνες την γραμμήν των εχθρών και απήλθον  αφίνοντες 150 νεκρούς, εν οις και ένα Τσαβέλλαν και ένα Κοντογιάννην.

Επίσης ο Γούδας, στους «Παράλληλους Βίους» σελ.212,  τόμος Η, το 1876, αναφέρει:

τον εχθρόν Σκόρδα Πασσάν συνόδευε και Μάρκος  τις Λατίνος,χριστιανός,άγων πολλούς ομοθρήσκους του Κροάτας μαχίμους. Ούτοι έπαθον μεγάλως εκ της προλαβούσης νυκτερινής επιθέσεως εν Καρπενησίω και έπνεον εκδίκησιν. Συλλέξας λοιπόν τους υπ’αυτόν Κροάτας εξώρμησε και ανάβησαν εις τον λόφον ,ανυπόδητοι,από απροσήτου  και πάντη αφρουρήτου θέσεως ,και επήρκεσαν ,έχοντες μόνον πιστόλας και κοπτερά όπλα εν τη ζώνη, καθ΄ην στιγμήν οι Ελληνες εμάχοντο θαρραλέως εκ των έμπροσθεν ,ήκουσαν και εκ των νώτων αυτών πυροβολισμούς και φωνάς εχθρών.και τότε ηναγκάσθηκαν να διασωθώσιν όπως κάλλιον εδύναντο. εφονεύθησαν εξ αυτών ο Γεναίος περίπου ογδοήκοντα,εν οις και οι οπλαρχηγοί Ζυγούρης Τζαβέλας,ο υιός του Κοντογιάννη Νικόλαος και ο αδελφός του Γεωργίου Κίτσος,Δήμος.εκ δε των Τούρκων εφονεύθησαν διακόσιοι.

Ο Κασομούλης αγωνιστής Μακεδών αναφέρει στο ένατο κεφ. του 1ου τόμου του βιβλίου του «Στρατιωτικά Ενθυμήματα» εξιστορεί την εκστρατεία του Πασά της Θεσσαλίας Σκόνδρα, τον Ιούλιο του 1823 στις επαρχίες Ασπροπόταμου, Τζουμέρκων, τα Άγραφα, Ροδοβίλι, Βάλτο, Καρπενήσι, Κράβαρα και Απόκουρο που προσκύνησαν ως το Μεσολόγγι μετά τη μάχη της Καλιακούδας. Γράφει, λοιπόν, «διήλθομεν το βουνό Χελιδώνα, όπου κατά την εισβολή του Σκόνδρα ήταν τοποθετημένος ο Καραϊσκάκης,(εδώ δεν γράφει την αλήθεια)  στρατοπεδευμένου του Σκόνδρα εις Καρπενήσι και ξενυχτήσαμεν εις το Μικρό χωριό... Δύο ημέρες εστάθημεν εκεί, μία εις την Παναγίαν, μοναστήρι περίφημον, Μπρουσιώτισας και άλλην μίαν χωρίο (Μπρουσόν) και την τρίτην διευθύνθημεν εις Βραχώρι. Εις το Μικρόν χωρίον και Προυσόν μας βεβαιώνουν ότι ο καπιτάν Σιαδήμας Αποκουρίτης, εις Καλιακούδαν επρόδωσε την θέσιν του και ότι από την προσκύνησίν του βεβαιώνεται η πράξις του. Διαβάντες οι Τούρκοι από ένα μονοπάτι κυρίευσαν τις πλάτες των ιδικών μας και εχαλάσθημεν. Δεν ήτον όμως αληθινόν το λεγόμενον, αν και είχαν δίκαιον να υποπτεύουν τον άνθρωπον δια την διαγωγήν του. Τα αυτά έλεγον και διά τον Καραϊσκάκην...».

Έγινε κατηγορία λοιπόν κατά του Σιαδήμα για προδοσία, κυρίως από τον Μεταξά, ότι εγκατέλειψε τη θέση του και έγινε ο χαλασμός και επελήφθη της υποθέσεως το Στρατιωτικό Δικαστήριο, που είχε στήσει ο Μαυροκορδάτος και συνεχίζει ο Κασομούλης (τ. Β΄ κεφ. 10 σελ. 365). «Το πολεμικόν Συμβούλιον εξέτασε και έκρινε την προδοτικήν κατηγορίαν του Κώστα Σιαδήμα. Εις το κριτήριον τούτο ήμουν διορισμένος (δηλ. ο Κασομούλης) προσωρινός Γραμματεύς. Από τις μαρτυρίες όπου ελάβαμεν του Κίτσου, Κώστα (Σουλιώτες) και άλλων δύο αποδείχθη άμοιρος πάσης κατηγορίας και αθωώθη. Δια την προσκύνησίν του ο Σιαδήμας απολογήθη ότι τον εβίασαν οι πολίται και ότι το έκαμεν εξ ανάγκης. Είχεν και δια τούτο μερικά έγγραφα εις απόδειξιν για πιο λόγο έβαλε καπάκι (πλαστά προσκηνύματα) με τους Τούρκους στο Απόκουρο, στο αρματολίκι του». Πουθενά δεν υπήρξε κατηγορία ή δικαστήριο για τον Γιολδάση. Και το ερώτημα πως  γράφονται και λέγονται όσα αποτελούν τη μεγαλύτερη προσβολή για ένα καπετάνιο;

 

Είναι γνωστό πως αυτά, τα καπάκια δηλαδή, ήταν εικονικές συμφωνίες συνήθεις των καπιτανέων με τους Τούρκους πασάδες σε δύσκολες ώρες, διπλωματικοί ελιγμοί λόγω ανάγκης, πρόσκαιρης ισχύος που πολλές φορές εφάρμοσαν ο Καραϊσκάκης, ο Στουρνάρης,ο Ράγκος,ο Λικατάς κ.ά. σε κρίσιμες στιγμές του πολέμου.

Υποπτεύθηκαν λοιπόν το Σιαδήμα ότι τάχα εγκατέλειπε τη θέση του,   το μονοπάτι που φύλαγε στη μάχη της Καλιακούδας επειδή έκανε καπάκι, πράγμα που δεν έγινε μετά την εισβολή του Σκόνδρα και ατυχή αυτή μάχη και τον κατηγορούσαν ως προδότη, χωρίς να στοχαστούν και ποιος στη διάρκεια του αγώνα δεν καπάκωσε. Συνήθη επακόλουθα αντίζηλων φιλοδοξιών, συμφερόντων και άνομων επιδιώξεων υπό την όχι αθώα σκέπη της ευνοιοκρατίας.

Τα παραπάνω, δηλαδή οι ιστορικές πηγές δεν στηρίζουν την αναφορά πολλών για προδοσία. Αλλά η συνεχής αναφορά στο ψέμα δημιουργεί  ότι ο Επαχτίτης Γιάννης Βλαχογιάννης παρατηρεί: «Η λαϊκή υποψία του κόλλησε (του Σιαδήμα) την κατηγορία ότι σκόπιμα άδειασε το πόστο του. Η κατηγορία ήταν άδικη και δεν έχει καμία σχέση με το προσκύνημα του Απόκουρου. Καθώς προχωρούσε ο στρατός του Σκόνδρα από το Καρπενήσι ίσια κάτω, δεν μπορούσανε παρά να προσκυνήσουν πρώτα τα Κράβαρα και ύστερα τ’ Απόκουρο, τελευταίο αρματολίκι που ακουμπάει στον πλατύτατο και πλούσιον κάμπο του Βραχωριού».

Ήταν λοιπόν συκοφαντίες όλα αυτά και τον κήρυξε αθώο το πολεμικό Συμβούλιο, ύστερα από εξέταση, όπως γράφει και βεβαιώνει ο Γραμματέας του, σύγχρονος του Σιαδήμα και συμπολεμιστής του στο Μεσολόγγι και στην θρυλική έξοδο, που εκείνος έπεσε μαχόμενος και η ιστορία οριστικά τον δικαίωσε και τον κατέταξε μεταξύ των αθάνατων νεκρών.

Η Ελλάδα για να αποκτήσει την ελευθερία της και αυτόνομη ιστορική ζωή έλαμψε με τον ηρωισμό της και τη θυσία των εξοδιτών. Υποδεέστερο αγαθό τη ζωή απ’ την ελευθερία θεωρούσε η γενιά εκείνη. Εξοδίτες ήταν και όσοι βρίσκονται θαμμένοι στα ιερά χώματα της Καλιακούδας.

Τιμή και δάξα πρέπει ,σ΄’ολους τους αγωνιστές της Καλιακούδας.Μνήμη αιωνία και ευγνωμοσύνη οφείλεται σε όσους έχυσαν το αίμα τους και πότησαν τη γή της.

‘Ομως πως βρέθηκαν οι «Αλβανοί» πίσω από τους ‘Ελληνες στην μάχη της Καλιακούδας,που  κατά πολλούς ιστορικούς ήταν επίλεκτοι ορεσίβιοι πολεμιστές, στις πλάτες των Ελλήνων; Ο έπαρχος Μεταξάς, πιστός σύντροφος του Μαυροκορδάτου, μιλάει για προδοσία. Η απόδοση αυτής της κατηγορίας δεν την δέχεται ο Τρικούπης στην «Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως» τόμος Γ, σ. 43,έκδοση 1888, και μήπως ήταν ένα τέχνασμα για να αποφύγει τις ευθύνες μιας κι εκείνη την εποχή ήταν υπεύθυνος της Διοίκησης στη Δυτική Στερεά; Η ακόμη μέρος του αγώνα των Φαναριωτών κατά των στρατιωτικών της Δυτ.Ρούμελης;

Έγινε λοιπόν  κάποιου είδους προδοσία στην Kαλιακούδα ; Η διήγηση του Γιαννάκη Κώστα Γιολδάση όπως την άκουσα (στοματική παράδοση) αναφέρεται στην βοήθεια που πρόσφερε κάποιος από την Καρίτσα. Αυτός οδήγησε τους «Τούρκους» χαμηλά από τις Δάργες,κρημνώδες μέρος απέναντι από το κλειδί  τους ανέβασε από του Σαρρή τον Έλατο στη Κορυφή της Καλιακούδας και άρχισε η επίθεση και από τις πλάτες των Ελλήνων που βρίσκονταν στου Περίδα τη λάκκα ,και τη βαθειά Λαγκάδα. Όμως, πέρα από αυτό, οι κάτοικοι  των χωριών της Καλιακούδας «κιότεψαν» μπροστά στον αριθμό των Τουρκοαλβανών και ίσως κάποιοι για να σωθούν βοηθούσαν.Μήπως και η επίθεση του Μάρκου  στο Κεφαλόβρυσο δεν αποφασίστηκε  να γίνει νύχτα ,λόγω του αριθμού των Τούρκων;

Κατά τον Μακρυγιάννη, το στρατόπεδο στην Καλιακούδα είχε τρία ταμπούρια. Κάθε ταμπούρι είχε και ένα οπλαρχηγό. Την ευθύνη του στρατοπέδου είχε ο Ζυγούρης Τζαβέλλας  που έδωσε εντολή να επιπέσουν με τα σπαθιά εναντίον των εχθρών και να προσπαθήσουν να βγουν από τον εγκλωβισμό . Η απελπισμένη αυτή προσπάθεια κόστισε νεκρούς ανάμεσα τους ο Ζυγούρης Τζαβέλλας, ο Νικολάκης Κοντογιάννης και άλλοι. Η έξοδος φαίνεται ότι έγινε από το Ταμπούρι του Τζαβέλλα και Κοντογιάννη.

Οι Γιολδασαίοι  με τους αγωνιστές της περιοχής συνέχισαν  υποχωρούντες να μάχονται στα Ταμπούρια, στη Τούφα μέχρι και στο Κρικελλοπόταμο,  στη θέση  Βάρβαρο. Δεν νικήθηκαν οι ‘Ελληνες στη μάχη της Καλιακούδας. Δεν υπήρξαν προδότες και προδοσία. Αλλά όπως σε άλλες μάχες του αγώνα έγινε έξοδος που είχε θύματα. Οι Τούρκοι από τις πολλές απώλειες που είχαν  στη Μάχη, αλλά και στις υπόλοιπες συγκρούσεις που αναφέρθηκαν  (Ταμπούρια,Τούφα ) αναγκάσθηκαν να αλλάξουν δρομολόγιο. Δεν πέρασαν στα Σέλιτσα ,Ρωσκά ,Κόπραινα κτλ για να φτάσουν στο Βραχώρι. Γύρισαν  προς Συγκρέλο ,Κρίκελλο και  από εκει μέσω των Κραβάρων Νεοχώρι, Κλεπά, Αη  Δημήτρη, Πλάτανο κτλ έφθασαν μετά από ένα μήνα στο Μεσολόγγι. Η εκστρατεία του Πασά της Σκόνδρας δεν απέδωσε κατά τον ιστορικό  Καργάκο. Η αντίσταση των Ευρυτάνων τους καθυστέρησε και τους ανάγκασε να αλλάξουν δρόμο. Το γεγονός της αλλαγής του δρομολογίου των Τούρκων σκόπιμα ,δεν γνωρίζω το γιατί, από τους ιστορικούς δεύτερης γενιάς αποκρύπτεται. Και εδώ είναι το μεγάλο ερωματικό. Κατά τον Τρικούπη (Ιστορία της Ελληνικής Επανναστάσεως)  που δεν κατηγόρησε, όπως αναφέρθηκε , για προδοσία «Δεν ήθελον ίσως υποχωρήσει οι Έλληνες, αν επρόφθανον οι μετ’ ολίγον ελθόντες βοήθειαν Λόντος, Βασιλ. Πετμεζάς και άλλοι μετά 1500 Πελοποννησίων, οίτινες προ τριών ημερών είχον φθάσει εις την στερεάν».

Κυρίες και κύριοι

Ημέρες μετά τη μάχη ο Κίτσος Τζαβέλας απέστειλε επιστολή (Βλέπε Βιοι Παράλληλλοι του Γούδα) στον Αλ.Μαυροκορδάτο ,που  τότε ευρίσκετο στο Αργος , στην οποία αναφέρει:

Εκλαμπρότατε Πρίγκηπα,

Προ ημερών ελάβομεν εκλαμπρόν σας ,αμέσως δε σας απεκρίθημεν,και είμαι εύελπις ότι θα ελάβατε εκείνο μας το γράμμα.η δια του παρόνοτος γραμματός μας υπόθεσις είναι αυτή (αφού με λύπην μας ου σμικράν σας είπομεν τον θάνανον του Μακαρίτου στρατηγού Ζυγούρη, όστις εις τας 6 του απελθόντος εσκοτώθη υπό των εχθρών υπέρ πίστεως και πατρίδος πολεμώντας) να σας φανερώσουμεν το σέβας και την υπόληψιν όπου προς το υποκείμενον σας έχομεν  είδομεν οφθαλμοφανώς την φιλογενειάν σας ,τον πατριωτισμόν σας  και προς ημάς ξεχωριστήν σας αγάπην τας οποίας εξ αρχής άχρι της παρούσης ώρας προς αυτήν προσφέρετε. οθεν δικαίω τω λόγω αφιερώθημεν ψυχή και σώματι  προς την εκλαμπροτητά σας.διο παρακαλούμεν ουχί μόνον να μας αγαπάτε και μακρόθεν να ενεργήτε τα προς Δυτικήν Ελλάδα συμφέροντα, αλλά να πασχίσητε οις τρόποις οίδατε ,να κοπιάσετε και μόνοι σας εδώ.η παρουσία της εκλαμπρότητας σας μόνον θέλει διαλύσει πάντα τα διατρέχοντα ήδη σκάνδαλα,τα προς Ελλάδα φθοροποιά και ολέθρια. Οθεν ως φιλόπατρις πρέπει να φροντίσετε περί της εδώ ελευσεώς σας παρ άλλο τι ,ως αναγκαιότατον κα         πολλά ωφέλιμον. Εν τοιώτω και με όλον το βαθύτατον σέβας μένω.

Εις τας προσταγάς σας πρόθυμος

Κιτζος Τζαβέλας

Επίσης στα Γενικά Αρχεία του Κράτους βρέθηκε ομοιότυπο με το οποίο ο Κίτσος Τζαβέλας ζήτησε αμοιβή-αποζημίωση ή τους μισθούς  για τους φονευθέντας και μη Σουλιώτες στη Μάχη της Καλιακούδας (150600) καθώς και για το Ζυγούρη Τζαβέλα (1610).Η παραπάνω αίτηση εγκρίθηκε από τον Αλεξ.Μαυροκορδάτο. Σημειώνεται ότι οι Σουλιώτες πολεμούσαν ως μισθοφόροι αφού είχαν ασφαλίσει τις οικογένειες τους στη Κάλαμο κτλ , ενώ οι υπόλοιποι πολεμιστές, δηλαδή  οι Ευρυτάνες Αποκουρίτες, κτλ για τις οικογένειές τους.

Κυρίες και Κύριοι,

Χίλιες δύο ιστορίες έφτασαν μέχρι τα χρόνια μας, για τη μάχη της Καλιακούδας με τη στοματική παράδοση που μαρτυρούν πόσο βαθειά είναι ριζωμένη η παλληκαριά στις βουνήσιες και αγνές ψυχές. Το ’21 είναι δεμένο με αυτή την άλλη Ελλάδα ,την απρόσιτη ,τη βουνήσια. Με προμάχους αγράμματους και περιοχές ακατοίκητες. Με νιάτα που αναστήθηκαν στους γκρεμούς και τα καταράχια.

Παραχώθηκε μέχρι σήμερα λοιπόν η αληθινή ιστορία για τη  μάχη της Καλιακούδας και δεν ακούστηκαν παρά μισοσβεσμένες και σκόρπιες φωνές που κι αυτές ακόμα αν αξιοποιηθούν θα μας δώσουν το υπόβαθρο της αληθινής ιστορίας της μάχης.

Ελπίζω, να έχω βάλει ένα μικρό σημάδι  στο δρόμο της αλήθειας. Ελπίζω ότι βρίσκεσθε σήμερα εδώ για  να τιμήσετε την επέτειο ,που φυσικά δεν έχει αναγνωρισθεί επίσημα με ΦΕΚ  όπως άλλες γιορτές που γιορτάζονται  στον τόπο μας δύο και τρείς φορές. Για μας , που παρευρισκόμαστε, ΦΕΚ είναι το σημερινό προσκύνημα στη μνήμη των προγόνων μας. Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους βρέθηκαν μέχρι σήμερα, 180 πιστοποιητικά αγωνιστών ,κατοίκων των χωριών βλαχοχωρίων, πολιτοχωρίων, κραβάρων, της δυτικής φθιώτιδας κτλ.που πήραν μέρος στη μάχη της Καλιακούδας. Με άλλα λόγια στη Μάχη της Καλιακούδας ,κατά ένα κάποιο τρόπο, πήρε μέρος σχεδόν ολόκληρος ο Ευρυτανικός λαός των προαναφερθέντων περιοχών ,με επικεφαλής τους Γιολδασαίους. Η φάρα αυτή που στον αγώνα έδωσε δύο στρατηγούς (Γιαννάκη και Κωνσταντή), ένα αντιστράτηγο (Μητροκώστα), χιλίαρχους (Ζχαράκη, Νικόλαο, Γιαννάκη) καπετάνιους (Νικολάκη, Θεοδωράκη, Κουτσομήτρο, Σωτήριο) επιθεωρητή στρατού (Παναγιώτη) είναι η πιο πολυμελής στη Ρούμελη  και όχι μόνο που τα μέλη της αγωνίσθηκαν για την ανάσταση του Γένους. Ίσως αυτός είναι ο λόγος, που παραγκωνίσθηκε και παραμερίστηκε τόσο πολύ, δίνοντας μάλιστα τη «ρετσινιά» του προδότη στον αρχηγό της και στο γαμπρό τους από αδελφή τους  τον Σαδήμα ή Σιαδήμα.

Ακόμη, εύχομαι στον τόπο αυτό να ανακατασκευασθεί το μνημείο για τη μάχη της Καλιακούδας με ονόματα των πεσόντων κτλ . Καταθέτω,σε λίγο, σήμερα μετά από τόσα χρόνια εκ μέρους των απογόνων Γιολδασαίων δάφνινο στεφάνη τιμής ως ένας κατευθείαν απόγονος στη μνήμη τους και εύχομαι του χρόνου να κατατεθεί στεφάνι και εκ μέρους των Σουλιωτών αγωνιστών κτλ.   Αγωνιστών που κατά τον Γιαννάκη Γιολδάση “δεν έχουν ψωμί να οικονομηθούν μια ημέρα στο ορδί”. Ο αγνός Μακρυγιάννης γράφει: Πατρίς να μακαρίζεις γενικώς όλους τους Έλληνες , ότι θυσιάστηκαν δια εσένα, να σ΄ αναστήσουμε…. όταν ήσουνα χαμένη και σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών.

Σας ευχαριστώ


Η Παναγία της Καλιακούδας και το μνημείο

[1] Το ανωτέρω αντίγραφον της επιστολής του Γιαννάκη Γιολτάση προς τον Μάρκον Μπότσαρην εστάλη προς τους Αρμοστάς Μεσολογγίου υπό του εν Ανατολικών Μιχαήλ Σεβαστού. Βλ. περαιτέρω το υπ΄ αριθμ. 672 έγγραφον.