Γιατί, βέβαια, υπάρχουν κάποιοι «παράξενοι» άνθρωποι που
παίζουν μαζί μας ένα περίεργο, μαγικό πες, παιχνίδι. Όταν
είναι παρόντες, σαν να απουσιάζουν - τόσο διακριτική και
απόμακρη είναι η παρουσία τους. Κι όταν απουσιάζουν, σαν να
κυριαρχούν - τόσο αναζητήσιμη και θέλγουσα είναι η προσωπική
τους επιβολή. Έχουν το χάρισμα να είναι παρόντες αναχωρητικά
και απόντες επι- και υπο-βλητικά. Και δεν ταυτίζουν την
παρουσία τους με τη σωματική τους εμφάνεια ούτε την απουσία
τους με την υλική τους έκλειψη. Όταν πλησιάζουν, σχεδόν
αποχαιρετούν κι όταν αναχωρούν, σχεδόν προσεγγίζουν...
Διερωτώμαι, λοιπόν, ποιος είναι άραγε ο κοντινός και
ποιος ο μακρινός μας (διάκριση χώρου) και ποιο είναι το
παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του ανθρώπου (διάκριση
χρόνου). (Να επανέρχεται άραγε το αιώνιο ερώτημα της
φιλοσοφίας περί του είναι και του φαίνεσθαι;).
Η διάκριση της κλασσικής Φυσικής σε τρισδιάστατο χώρο
και χρόνο, σεβαστή όταν πρόκειται για την άμεση υλική
πραγματικότητα, καταντάει σχεδόν χονδροειδής, όταν επιχειρεί
να ορίσει τις διαστάσεις του πνεύματος και να οριοθετήσει τις
υψηλές εμβιώσεις του ειδέναι, του ήθους και της ομορφιάς.
Η πρώτη «διάρρηξη» στο κέλυφος των ανυποψίαστων και
συμβατικών μας αντιλήψεων συντελείται με την εμφάνιση μιας
προσωπικής αγάπης. Τότε έκπληκτος και εκστατικός ο εραστής
διαπιστώνει ότι άλλος είναι ο «τόπος» του αγαπημένου και άλλος
ο «τόπος» του συν-εταίρου. Ο αγαπημένος που κινδυνεύει στο
πέλαγος είναι απείρως πιο κοντά μας από τον άγνωστο ένοικο του
πλαϊνού δωματίου- όπως ο λατρευτός νεκρός μας είναι
κυριαρχικότερα μέσα μας από τον οχληρό επισκέπτη των
συμβατικών κοινωνικών σχέσεων.
Ο χώρος και ο χρόνος στη ζωή του πνεύματος είναι συνεχώς
συστελλόμενα και διαστελλόμενα, ανάλογα με την ένταση του
βιώματος — έτσι τουλάχιστον αποφαίνεται ο κορυφαίος Γάλλος
φιλόσοφος του 20ού αιώνα, ο Bergson,
στο θεμελιακό έργο του «Δημιουργός εξέλιξη».
Η εγγύτητα
στη ζωή του
πνεύματος και της αγάπης δεν είναι βάναυση και εξουσιαστική-
είναι «αιδήμων» και απελευθερωτική.
Γράφαμε κάποτε κάπου: Υπάρχει
μια ωραία διαλεκτική σχέση ανάμεσα σ’ αυτόν που αγαπά και σ’
εκείνο που αγαπιέται. Όσο πιο αγνός και ανυστερόβουλος είναι ο
έρως, τόσο διαθέτει τη μαγική δύναμη να
μεταθέτει το αγάπημα σε ένα
«μακρυνό» και ιδεατό χώρο, ώστε - με μιαν έξοχη παιδικότητα -
να το
θαυμάζει. Έτσι όμως αυτό,
περιβαλλόμενο από μιαν αχλύν ονείρου, γίνεται πιο αξιέραστο
και, τελικά, πιο κυριαρχικό.
Κι αντίθετα: Όταν χάνουμε κάποιους αγαπημένους
ανθρώπους, είναι σαν να μένουμε ορφανοί, σαν να βασιλεύει ο
κόσμος απότομα. Κι όμως αυτοί οι μεγάλοι απόντες ορίζουν
έκτοτε τη διαγωγή μας και αποτελούν την πηγή των ωραιοτέρων
και νοσταλγικοτέρων μας εμπνεύσεων. Σπείρονται εν φθορά για
την αναστηθούν και πάλι μέσα μας εν αφθαρσία.
Αλλά και η γνώση μεταμορφώνεται στη ζωή της αγάπης. Το
αγάπημα δε είναι μόνο εγγύς και μακρυά μας· είναι και απόλυτα
γνωστό μας και ολότελα «άγνωστο». Γιατί δεν υπάρχει, αλλά
γίνεται. Δεν είναι, αλλά έρχεται, μέσα στη θερμουργό πνοή της
αγάπης μας και τη δημιουργικότητα της έμπνευσής μας. Μοιάζει
με το φως που γεννιέται μέσα από το σκότος και τη δρόσω που
επιφαίνεται μέσα από την ομίχλη της αυγής - μια επιφάνεια! Γι’
αυτό και δεν υπάρχει κατοχή, αλλά αφιέρωση. Αν το αγάπημα
είναι δικό μας, όμως είναι και «ξένο», πιο πολύ ξένο παρά δικό
μας. Κι αν είναι και δικό μας, όμως είναι και «δικό του» - πιο
πολύ δικό του παρά δικό μας!
Κι αν δεν είναι «φωτογραφικά» ακριβές, είναι όμως
ποιητικά και ηθικά ολόκληρο. (Έγραφε κάποτε κάποιος: «Εμένα δε
θα με βρίσκεις στις λεωφόρους- θα γίνομαι
αντιληπτός από τις χαραμάδες»!). Πάντα προσδιορίσιμο και πάντα
απροσδιόριστο, θεατό και αθέατο, σταθμητό και αστάθμητο, πάντα
«εξαντλημένο» και αέναα ανεξάντλητο - ένα γοητευτικό μυστήριο!
Για να προχωρήσουμε - πολύ συνοπτικά - στη μεταμόρφωση
του χρόνου. Ο χρόνος στην πνευματική ζωή δεν είναι
τρισδιάστατος- είναι μονοδιάστατος. Όλα, τα
παρελθόντα, τα παρόντα και τα μέλλοντα, συναιρούνται και
συνοψίζονται σε ένα εποπτικό και πανηγυρικό παρόν. Ας
κοιτάξουμε την παιδική τέχνη. Στην παιδική τέχνη (κάθε τέχνη
πρέπει να είναι «παιδική») οι διάφορες χρονικές βαθμίδες - σαν
σε όνειρο — συγκλίνουν και συνεκφαίνονται. Το ίδιο και στη ζωή
της αγάπης. Κι εδώ συντελείται μια χαρίεσσα σύναξη όλων,
παρόντων και απόντων, όπου τα πάντα μαρμαίρουν και μελωδούν.
Και σημαίνουν μια χρονική σύνοψη και συγκεφαλαίωση!
Συναφές προς το θέμα της «παρουσίας» και της «απουσίας»,
της «γνώσης» και της «άγνοιας» του ανθρώπου είναι και το θέμα
του «κενού» και του «πλήρους» στην καλλιτεχνική και, ευρύτερα,
την πνευματική ζωή.
Δυο αρχαίες σπαραγμένες κολόνες μέσα στην ερημιά μπορεί
να εκφράζουν το «πλήρες» - πλήρες από μνήμες και δυναμικά
οράματα και ακροάματα. Όμως ένα σχολείο στη μέση της πολιτείας
- στην άκρη όμως της ζωής (!) - είναι το «κενό». Μοιάζει με το
δέντρο που του έφυγαν τα πουλιά ή με τη φωλιά που έμεινε
ορφανή από το χελιδόνι...Και πάλι «πλήρες» είναι μια έμφορτη
σιωπή, ενώ «κενό» είναι μια ψυχική ερήμωση ή μια ανούσια και
ατέρμονη φλυαρία. Μυστήρια πράματα!
Στην Τέχνη, την Αγάπη, την καθόλου πνευματική ζωή ο
χώρος και ο χρόνος είναι διαρκώς συστελλόμενα και
διαστελλόμενα - μια φυσαρμόνικα. Γι αυτό και ο άνθρωπος είναι
κινητικά «μουσικός» (και κοντινός και μακρυνός- και
γνωστός και άγνωστος- και δικός μας και ολότελα
ξένος).
Σε κάθε μεταμόρφωση οι καμπάνες των αποστάσεων ηχούν
εγγύτατα μέσα μας, ενώ τα θορυβώδη απωθούνται στις εσχατιές
των θεωρήσεων. Έτσι όπως ο «μουσικός» άνθρωπος. Ο οποίος
απουσιάζει όταν είναι παρών και βρίσκεται εντός μας όταν
ταξιδεύει σε ορίζοντες μακρυνούς!...
|